- επιτροπή
- Ομάδα προσώπων συγκροτημένη σε σώμα, στο οποίο έχει ανατεθεί η εκτέλεση μιας ειδικής λειτουργίας. Το σώμα αυτό συνήθως προέρχεται ή εξαρτάται από κάποιο άλλο, μεγαλύτερο και λειτουργεί για την εκπλήρωση των σκοπών του. Η ε. έχει τα στοιχεία της ειδικότητας μέσα στα πλαίσια του ευρύτερου και γενικότερου σώματος στο οποίο ανήκει. Συχνά όμως, ονομάζονται ε. και αυτοτελή σώματα, με έναν και μοναδικό σκοπό, οπότε φέρουν πολλές ομοιότητες με τα συμβούλια.
Πολύ συχνά, τα διάφορα συμβούλια ή τα κοινοβούλια και τα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης συγκροτούν ε. για την επεξεργασία και προώθηση διαφόρων επιμέρους θεμάτων, όπως η έρευνα, η εξέταση ή και η διενέργεια μιας πράξης, η πραγματοποίηση μιας εκδήλωσης κλπ. Ωστόσο, υπάρχουν και ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες η ε. απαρτίζεται από ολόκληρο το σώμα που τη συγκροτεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ε. του κοινοβουλίου της Μεγάλης Βρετανίας, που δεν είναι παρά το ίδιο το κοινοβούλιο σε άλλη, λιγότερο επίσημη μορφή. Η κλασική όμως έννοια της ε. παραμένει εκείνη που φέρει τα χαρακτηριστικά του ολιγομελούς και ειδικού σώματος, το οποίο λειτουργεί μέσα στα πλαίσια εξάρτησης ενός άλλου μεγαλύτερου σώματος.
Η ε. συνήθως προσδιορίζεται με ένα επίθετο, ανάλογα με τον σκοπό και τη φύση της (τεχνική, επιστημονική κλπ.) ή ανάλογα με τον φορέα από τον οποίο προέρχεται (π.χ. νομοθετική ε., διοικητική ε. κλπ.). Ανάλογα με τη φύση των εργασιών τους, οι ε. διακρίνονται σε ε. που συμβουλεύουν ή γνωμοδοτούν, σε ε. που ερευνούν, εξετάζουν ή ανακρίνουν, σε ε. που διαπραγματεύονται, σε ε. που νομοθετούν ή παρασκευάζουν νόμους, σε ε. που διοικούν και σε ε. που ελέγχουν. Η λειτουργία των διαφόρων σωμάτων με ειδικές ε. παίρνει μεγάλη έκταση στις σύγχρονες εξελίξεις εξαιτίας των προβλημάτων που συναντά η έρευνα και η εκπλήρωση κάθε σκοπού στη σύγχρονη ζωή. Πολλές φορές, ο όρος ε. συγχέεται ή ταυτίζεται με άλλους όρους, όπως συμβούλιο (που στην κυριολεξία έχει μια πιο διαρκή λειτουργία και πιο πρωτογενή σύνθεση), γραφείοομάδα εργασίας.
Το ελληνικό Σύνταγμα (1975), στο άρθρο 68, καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο συνιστώνται οι διαφόρες κοινοβουλευτικές ε., επισημαίνοντας και το περιεχόμενο και τον τρόπο της λειτουργίας τους. Η συγκρότηση, η λειτουργία και ο αριθμός των μελών των ε. σύμφωνα με τη δύναμη των κομμάτων ρυθμίζονται λεπτομερειακά από τον κανονισμό της Βουλής. Οι κοινοβουλευτικές ε. χαρακτηρίζονται ως τα όργανα με τα οποία εκπληρώνονται οι σκοποί του κοινοβουλίου και γίνεται αποτελεσματική η λειτουργία του, χάρη στην ευλυγισία, στην οικονομία χρόνου και στην ουσιαστικότητα της δουλειάς τους, η οποία είναι απαλλαγμένη από την τυπικότητα της διαδικασίας του όλου σώματος της Βουλής. Μεγαλύτερη ελαστικότητα υπάρχει στη συγκρότηση και στη λειτουργία των διάφορων διοικητικών ε. ή των ε. που συνιστά η διοίκηση στους διάφορους κλάδους της δραστηριότητάς της. Το ίδιο και οι διάφοροι αυτοδιοικούμενοι οργανισμοί και η τοπική αυτοδιοίκηση. Στα πλαίσια της δικαστικής λειτουργίας, δεν επιτρέπεται η σύσταση δικαστικών ε., λόγω των εγγυήσεων της τυπικότητας στην άσκηση του έργου της δικαιοσύνης και της ανάγκης της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας των δικαστηρίων. Η απαγόρευση καθορίζεται από το Σύνταγμα στο κεφάλαιο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων (άρθρο 8). Πλήθος όμως διοικητικών ε. συγκροτούνται με τη συμμετοχή δικαστών ως προέδρων για τη διαφύλαξη του κύρους τους και την εξασφάλιση της αμεροληψίας τους. Παραδείγματος χάριν, οι εφορευτικές ε. που συγκροτούνται για τη διεξαγωγή των εκλογών.
ε. εράνων. Ο Α.Κ., στο τέταρτο κεφάλαιο αναφέρεται και στις ε. εράνων, καθορίζοντας τις προϋποθέσεις με τις οποίες αποκτούν νομική υπόσταση. Είναι η μόνη περίπτωση ε. που ρυθμίζεται απευθείας από τον νόμο, γεγονός που κλονίζει την κλασική έννοια της ε. ως σώματος εξαρτημένου από άλλον σωματειακό φορέα. Είναι η παλαιότερη έκφραση των σύγχρονων ε. πρωτοβουλίας για την προώθηση ή την υπεράσπιση αιτημάτων κοινωνικού συνήθως ενδιαφέροντος. Η κάλυψη των ε. εράνων από τον Α.Κ. οφείλεται στο γεγονός της οικονομικής τους βάσης, η οποία είναι ικανή να δημιουργήσει προβλήματα και να οδηγήσει εύκολα σε καταχρήσεις. Οι ε. εράνων είναι από τη φύση τους προσωρινές και περιορισμένης δραστηριότητας (συλλογή χρημάτων) για την εξυπηρέτηση ενός μόνο σκοπού, γι’ αυτό και προβλέπεται η υποκατάσταση της ε. σε ίδρυμα, εάν η περιουσία που θα συγκεντρώσει προορίζεται για την εκπλήρωση ενός σκοπού με διάρκεια.
* * *η (AM ἐπιτροπή)νεοελλ.1. συμβούλιο ανθρώπων στους οποίους έχει ανατεθεί κάποιο έργο(«κοινοβουλευτική, εφορευτική, εξεταστική επιτροπή» κ.λπ.)2. συνένωση προσώπων που έχουν εκλεγεί από μια αρχή ή συνέλευση ή ένωση ιδιωτών για την έρευνα ορισμένων θεμάτων ή για την άσκηση ορισμένης εξουσίας κ.λπ.μσν.1. εντολή, διαταγή2. (νομ.) προστασία ανηλίκου, επιτροπείααρχ.-μσν.υποχώρηση, φυγήαρχ.1. προσφυγή σε διαιτησία για επίλυση αμφισβητούμενης διαφοράς2. γεν. δύναμη, εξουσία για αποφάσεις, πληρεξουσιότητα («διδόναι τῇ συγκλήτῳ τὴν ἐπιτροπήν», Πολ.)3. η εξουσία τού επιτρόπου, τού επιστάτη, τού οικονόμου4. γεν. διοίκηση, διακυβέρνηση5. (ειδ.) η εξουσία τού ρωμαίου επιτρόπου6. (ρητορ.) σχήμα λόγου κατά το οποίο ο διάδικος δηλώνει την εμπιστοσύνη του στην κρίση τών δικαστών και την απόφασή του να υπακούσει στην κρίση τους.[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτρέπω. Η αρχική σημασία τής «ενεργείας τής διαιτησίας» δήλωσε στη συνέχεια και τα «πρόσωπα που ασκούν διαιτησία» ή γενικά την εποπτεία οποιουδήποτε έργου, δηλ. τα μέλη τής επιτροπής].
Dictionary of Greek. 2013.